Από τον Σταύρο Λιλόγλου
(370 - 415 μ.Χ)
Υπατία, σπουδαία φιλόσοφος, μαθηματικός και αστρονόμος, έζησε στην Αλεξάνδρεια κατά το β ήμισυ του 4ου αιώνα και στις αρχές του 5ου μ.Χ. Καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής της αποτέλεσε πρότυπο ηθικής, σύνεσης και σοφίας. Έζησε όμως σε μια εποχή βίας και θρησκευτικού φανατισμού και βρήκε φρικτό θάνατο από τους χριστιανούς της Αλεξάνδρειας.
Η Υπατία γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια γύρω στο 355μ.Χ. Ήταν κόρη του Θέωνα, ενός πολύ σημαντικού λογίου, μαθηματικού και αστρονόμου ο οποίος έκανε εξαιρετικά σχόλια στα έργα δύο παλαιοτέρων σπουδαίων αλεξανδρινών μαθηματικών και φιλοσόφων, του Πτολεμαίου και του Ευκλείδη. Ο Θέων ήταν ο τελευταίος λόγιος που καταγράφεται ως μέλος του Αλεξανδρινού Μουσείου.
Αξίζει να σημειώσουμε πως τόσο ο Θέωνας όσο και η κόρη του Υπατία, είχαν αλεξανδρινή υπηκοότητα, κάτι που εκείνη την εποχή ήταν δύσκολο κανείς να αποκτήσει, μιας και την υπηκοότητα την παραχωρούσε ο ίδιος ο βασιλιάς (σε περιορισμένο αριθμό ατόμων κυρίως Ελληνικής καταγωγής).
Έτσι λοιπόν δίπλα στον πατέρα της η Υπατία έλαβε εξαιρετική μόρφωση, την οποία ανέπτυξε και καλλιέργησε σε τέτοιο βαθμό, ώστε τελικά τον ξεπέρασε. Η ίδια συνέχισε το έργο του πατέρα της, διδάσκοντας φιλοσοφία, μαθηματικά και αστρονομία. Η φήμη της εξαπλώθηκε γρήγορα, έχοντας ως αποτέλεσμα, από όλα τα μέρη της αυτοκρατορίας να καταφθάνουν στην Αλεξάνδρεια για να σπουδάσουν φιλοσοφία. Σε όλη της τη ζωή η Υπατία αποτέλεσε πρότυπο αρετής, εγκράτειας και σωφροσύνης. Αν και ήταν όμορφη, ποτέ της δεν ενδιαφέρθηκε για την ομορφιά του σώματός της. Ντυνόταν κόσμια και μέχρι το τέλος του βίου της, παρέμεινε παρθένα.
Η Υπατία ήταν σπουδαία νεοπλατωνική φιλόσοφος. Οι νεοπλατωνικοί ήταν ασκητικοί και παρέπεμπαν στον Πυθαγόρα, ο οποίος είχε διδάξει ότι η σοφία επιτυγχάνεται μέσω της αποχής. Αν και η Υπατία τηρούσε πιστά αυτές τις αρχές, δεν απαιτούσε από τους μαθητές της, που ήταν διαφόρων θρησκειών, ανάλογους περιορισμούς. Όπως κάθε φιλόσοφος της αρχαιότητας, έτσι και η Υπατία προσπαθούσε να βοηθήσει τους μαθητές της να αντιληφθούν την πραγματική ομορφιά της ζωής και την αληθινή γνώση.
Με την πνευματική της κατάρτιση, τη ρητορική της δεινότητα, την πολύπλευρη προσωπικότητά της και την ηθική της οντότητα η Υπατία κέρδισε την εκτίμηση και τον σεβασμό του λαού της Αλεξάνδρειας, καθώς και των αλεξανδρινών πολιτικών, οι οποίοι την επισκέπτονταν όταν αναλάμβαναν τα καθήκοντά τους.
4ος αιώνας. Ο διωγμός των Εθνικών!
Ο 4ος αιώνας χαρακτηρίστηκε από την προσπάθεια των αυτοκρατόρων, με εξαίρεση τον Ιουλιανό, να επιβάλουν τον χριστιανισμό ως κυρίαρχη θρησκεία στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Για το λόγο αυτό η νέα θρησκεία ήρθε αντιμέτωπη με τις υπόλοιπες θρησκευτικές και φιλοσοφικές τάσεις που υπήρχαν μέσα στο ρωμαϊκό κράτος. Ο νεοπλατωνισμός μάλιστα, αποτελούσε τον μεγαλύτερο «εχθρό», μιας και αποτελούσε την ποιο σοβαρή εναλλακτική λύση έναντι του Χριστιανισμού.
Έτσι οι αυτοκράτορες, με μια σειρά διατάξεων προσπάθησαν να περιορίσουν τις ελευθερίες λατρείας των εθνικών και στην συνέχεια με μια πληθώρα νομοθετημάτων στράφηκαν να εξαλείψουν την αρχαία ελληνική θρησκεία κλείνοντας τα ιερά, απαγορεύοντας τις θυσίες και αφαιρώντας τις περιουσίες τους. Προς το τέλος μάλιστα του 4ου αιώνα, οι ναοί των εθνικών άρχισαν να καταστρέφονται (ιδιαίτερα στην Ανατολή), ενώ η εθνική λατρεία ποινικοποιήθηκε. Μάταια, ο σπουδαίος ρήτορας και σοφιστής Λιβάνιος έκανε έκκληση στον αυτοκράτορα Θεοδόσιο να μεριμνήσει, ώστε να εμποδιστούν οι φανατικοί χριστιανοί να καταστρέφουν τα ιερά των εθνικών.
Το 386 ο επίσκοπος Μάρκελλος της Απάμειας κατέστρεψε το ναό του Δία Βήλου στην Απάμεια, ενώ το 392 καταστράφηκε το Σεραπείο της Αλεξάνδρειας, ένας από τους σημαντικότερους ναούς της αυτοκρατορίας, από τον χριστιανικό όχλο, που καθοδηγείτο από τον πατριάρχη Θεόφιλο.
Η καταστροφή του Σεραπείου ήταν σημαντική γιατί κτίστηκε από τον Πτολεμαίο Α και συμβόλιζε την συνύπαρξη, την αλληλοκατανόηση και τον αλληλοσεβασμό των τριών σημαντικότερων πληθυσμιακών ομάδων της Αλεξάνδρειας, των Ελλήνων, των Αιγυπτίων και των Ιουδαίων. Έτσι, η ορθόδοξη χριστιανική θρησκεία μπόρεσε να απορρίψει τελείως την κλασσική ελληνική παιδεία, γεγονός που έμεινε γνωστό με την ρήση «χείλη υμνούντα τον Χριστόν δεν δύνανται τον Δίαν να υμνήσουν».
Ο αυτοκράτορας Ουάλης (364-378), με αφορμή την αποκάλυψη μια υποτιθέμενης συνομωσίας για την ανατροπή του από εθνικούς, αποδύθηκε σε ένα «κυνήγι μαγισσών», εξαπολύοντας απηνή διωγμό, κυρίως εναντίον των εθνικών διανοούμενων. Για λόγους αυτοπροστασίας, πολλοί έκαψαν τα βιβλία και τις βιβλιοθήκες τους, αφού ήταν δυνατό να θεωρηθούν ότι κρύβουν μαγείες και επωδούς.
Τα θύματα των διωγμών ήταν πολλά, ενώ αρκετοί, για να αποφύγουν τυχών τιμωρία τους, διέφευγαν έξω από τα όρια της αυτοκρατορίας. Έτσι, το 391 τερματίσθηκε και η λειτουργία του Αλεξανδρινού Μουσείο, με το διάταγμα του Θεοδοσίου, το οποίο επέβαλλε την καταστροφή όλων των εθνικών ναών της πόλης.
Τα Έργα της
Με επιχειρήματα και δημόσια αναγνώριση και σεβασμό η Υπατία επισκίαζε κάθε αντίπαλο των Χριστιανικών δογμάτων της Βόρειας Αιγύπτου. Ήταν φημισμένη για το βάθος της γνώσης της και τη γοητεία της προσωπικότητάς της και αγαπημένη των πολιτών της Αλεξάνδρειας. Συχνά την καλούσαν ως σύμβουλο οι άρχοντες της πόλης.
Αν και τα γραπτά της καταστράφηκαν στην πυρκαγιά της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, μπορούμε να σχηματίσουμε μια εικόνα του περιεχομένου τους από τα σχόλια σύγχρονών συγγραφέων της . Η Υπατία έγραψε σχόλια για την Αριθμητική του Διόφαντου, επίσης για τον Αστρονομικό Κανόνα του Πτολεμαίου και ακόμα για τις Κωνικές Τομές του Απολλώνιου της Πέργα.
Τα περισσότερα από τα γραπτά της Υπατίας ξεκίνησαν σαν σημειώσεις για τους μαθητές της. Κανένα δεν έχει διασωθεί ολοκληρωμένο, αν και είναι πιθανό τμήματα του έργου της να έχουν ενσωματωθεί στις εκτενείς πραγματείες του Θέωνα. Μερικές πληροφορίες για τα επιτεύγματά της προέρχονται από δασωμένα γράμματα του μαθητή και φίλου της Συνέσιου του Κυρηναίου, που αργότερα έγινε ο πλούσιος και ισχυρός Επίσκοπος της Πτολεμαϊδας. Κάποτε ο Συνέσιος, Επίσκοπος και γνωστός για τη μόρφωσή του, της έγραψε ζητώντας τη βοήθειά της στην κατασκευή ενός αστρολάβου και ενός υδροσκοπίου, αναγνωρίζοντας τη μοναδική υπεροχή του νου της.
Το σημαντικότερο έργο της Υπατίας ήταν στην άλγεβρα. Έγραψε σχόλια στην Αριθμητική του Διόφαντου σε 13 βιβλία. Ο Διόφαντος έζησε και εργάσθηκε στην Αλεξάνδρεια τον τρίτο αιώνα και έχει ονομασθεί ‘πατέρας της άλγεβρας’. Ανέπτυξε τις απροσδιόριστες (ή Διοφαντικές) εξισώσεις, δηλαδή εξισώσεις με πολλαπλές λύσεις. (Ένα συνηθισμένο παράδειγμα προβλημάτων αυτού του τύπου είναι το πώς μπορούμε να μετατρέψουμε ένα κατοστάρικο σε νομίσματα χρησιμοποιώντας διαφορετικά νομίσματα, 50άρικα, 20άρικα κλπ.). Εργάσθηκε επίσης με δευτεροβάθμιες εξισώσεις. Τα σχόλια της Υπατίας περιελάμβαναν εναλλακτικές λύσεις και πολλά νέα προβλήματα που προέκυπταν σαν συνέπεια στα χειρόγραφα του Διόφαντου.
Η Υπατία έγραψε επίσης μια διατριβή Περί των Κωνικών του Απολλώνιου σε οκτώ βιβλία. Ο Απολλώνιος ο Πέργας ήταν ένας αλεξανδρινός γεωμέτρης του 3ου π.Χ. αιώνα, που προσπάθησε να εξηγήσει τις ασυνήθιστες τροχιές των πλανητών. Το κείμενο της Υπατίας ήταν μια εκλαΐκευση της εργασίας του. Όπως οι έλληνες πρόγονοί της, η Υπατία γοητευόταν από τις κωνικές τομές (τα γεωμετρικά σχήματα που σχηματίζονται όταν ένα επίπεδο τέμνει ένα κώνο). Μετά το θάνατό της, οι κωνικές τομές αγνοήθηκαν μέχρι την αρχή του 17ου αιώνα όταν οι επιστήμονες συνειδητοποίησαν ότι πολλά φυσικά φαινόμενα, όπως οι τροχιές πλανητών, περιγραφόταν με τον καλύτερο τρόπο με τις καμπύλες που προκύπτουν από κωνικές τομές.
Ο Θέων, ο πατέρας της Υπατίας, αναθεώρησε και εξέλιξε τα Στοιχεία της γεωμετρίας του Ευκλείδη και είναι η δική του έκδοση που χρησιμοποιείται ακόμα και σήμερα. Πιθανότατα η Υπατία εργάσθηκε μαζί του σε αυτή την αναθεώρηση. Αργότερα έγραψε μαζί του τουλάχιστον μία διατριβή για τον Ευκλείδη.
Η Υπατία επίσης έγραψε τουλάχιστον ένα βιβλίο από την εργασία του Θέωνα για τον Πτολεμαίο. Ο Πτολεμαίος είχε συστηματοποιήσει όλη τη σύγχρονη μαθηματική και αστρονομική γνώση σε ένα έργο 13 βιβλίων, το οποίο μετριόφρονα ονόμασε Μαθηματική Πραγματεία. Άραβες Σχολαστικιστές το μετονόμασαν σε Almagest (‘Μέγα Βιβλίο”). Το σύστημα του Πτολεμαίου παρέμεινε το κυρίαρχο αστρονομικό έργο μέχρι τον Κοπέρνικο τον 16ο αιώνα. Οι πίνακες της Υπατίας για τις κινήσεις των ουράνιων σωμάτων, ο Αστρονομικός Κανών, ίσως ήταν μέρος των σχολίων του Θέωνα στον Πτολεμαίο, ή ήταν ξεχωριστό έργο.
Εκτός από τη φιλοσοφία και τα μαθηματικά, η Υπατία είχε ενδιαφέρον για τη μηχανική και την πρακτική τεχνολογία. Τα γράμματα του Συνέσιου περιέχουν σχέδια για αρκετά επιστημονικά όργανα περιλαμβάνοντας έναν αστρολάβο (Ο αστρολάβος χρησιμοποιούταν για τη μέτρηση των θέσεων του άστρων, πλανητών και του ήλιου και για τον υπολογισμό της ώρας και του ανερχόμενου ζωδίου του ζωδιακού).
Η Υπατία ανέπτυξε ακόμα μια συσκευή για τη διύλιση του νερού, ένα όργανο για τη μέτρηση της στάθμης του νερού και ένα διαβαθμισμένο υδρόμετρο από μπρούτζο για τη μέτρηση της ειδικής βαρύτητας (πυκνότητας) ενός υγρού.
Η Υπατία ήταν ο τελευταίος Έλληνας Εθνικός επιστήμονας του δυτικού κόσμου και ο θάνατός της συνέπεσε με τα τελευταία χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Και αφού από τότε δεν υπήρξαν σημαντικές πρόοδοι στα μαθηματικά, την αστρονομία και τη φυσική σε όλη τη Δύση για άλλα 1000 χρόνια, η Υπατία έγινε σύμβολο του τέλους της αρχαίας επιστήμης. Μετά την Υπατία ήρθε το χάος και ο βαρβαρισμός των Σκοτεινών Χρόνων.
Αρκετοί συγγραφείς μνημονεύουν τις διδασκαλίες της Υπατίας σαν Χριστιανικές στο πνεύμα. Πραγματικά, η Υπατία αφαίρεσε το πέπλο μυστηρίου με το οποίο είχε καλυφθεί αυτή η νέα θρησκεία, συζητώντας με τέτοια ευκρίνεια για τις πιο πολύπλοκες αρχές της ώστε πολλοί νεοφώτιστοι στη Χριστιανική πίστη εγκατέλειψαν το Χριστιανισμό για να γίνουν μαθητές της. Η Υπατία αποδείκνυε λογικά την παγανιστική καταγωγή της Χριστιανικής πίστης, αλλά και εξέθετε τα υποτιθέμενα θαύματα που οι Χριστιανοί πρόβαλαν σαν σημάδια “θείας προτίμησης”, αναλύοντας τους φυσικούς νόμους που διέπουν τα φαινόμενα.
Ο τραγικός θάνατος της Υπατίας
Κατά την περίοδο 412-415 αυτοκρατορικός έπαρχος της Αιγύπτου ήταν ο χριστιανός Ορέστης, ο οποίος όμως, όπως και άλλοι πολιτικοί επισκεπτόταν την Υπατία για να την συμβουλευτεί για θέματα πολιτείας, αλλά και για να παρακολουθήσει τα μαθήματά της. Στο πατριαρχικό θρόνο εν τω μεταξύ ο Κύριλλος διαδέχθηκε τον αποβιώσαντα Θεόφιλο.
Αμέσως ο Κύριλλος άρχισε έναν αγώνα για την «καθαρότητα της πίστης», εκδιώκοντας από την πόλη όλους τους μη ορθόδοξους χριστιανούς. Φυσικά αυτός ο διωγμός έλαβε χώρα και για την επέκταση της θρησκευτικής του δικαιοδοσίας στις υποθέσεις της κρατικής διοίκησης.
Πρώτα θύματα αυτής της τακτικής του ήταν οι Νοβατιανοί και κατόπιν η εβραϊκή κοινότητα της Αλεξάνδρειας. Μόλις ο Ορέστης αντέδρασε, ορισμένοι μοναχοί υπό την παρότρυνση του Κυρίλλου αποπειράθηκαν να τον δολοφονήσουν, τραυματίζοντάς τον στο κεφάλι. Ο Ορέστης βρήκε στην Υπατία έναν σύμμαχο, αλλά το γεγονός αυτό μαζί με το ότι η Υπατία ήταν εκτιμώμενο πρόσωπο της πόλης, ανησύχησε τον Κύριλλο.
Προκειμένου λοιπόν να την κατηγορήσει και να την αποξενώσει από τον απλό λαό, ο Κύριλλος την κατηγόρησε ότι ασκούσε μαύρη μαγεία! Η κατηγορία της μαγείας άλλωστε για εκείνη την εποχή ήταν κύριο όπλο της χριστιανικής ελίτ κάθε φορά που επεδίωκε φυσική και ηθική εξόντωση κάποιου αντιπάλου της.
Την σαρακοστή λοιπόν του 415, ενώ η Υπατία επέστρεφε στην κατοικία της, μετά από τον συνηθισμένο περίπατό της στην πόλη, μια ομάδα χριστιανών (Παραβολάνοι ομάδα νεαρών που λειτουργούσαν ως στρατιωτικό σώμα του Πατριάρχη) την έσυραν στην εκκλησία Καισάρειον, όπου ξέσχισαν τα ρούχα της και κομμάτιασαν το σώμα της με όστρακα. Έπειτα, αφού έσυραν τα κομμάτια της σε ολόκληρη την πόλη, τα κάψανε στην πυρά έξω από την Αλεξάνδρεια, στην θέση Κίναρον.
Επίλογος
Παρά το μίσος των χριστιανών κατά της Υπατίας, στην ιστορία του πολιτισμού καταγράφτηκε ως η πρώτη γυναίκα που δίδαξε δημόσια και μάλιστα στο επιστημονικό πεδίο της υψηλής θετικής διανόησης, συμβολίζοντας την ελευθερία της σκέψης και του λόγου, στοιχεία που ερχόντουσαν αντίθετα με τις διδαχές του χριστιανισμού και ιδιαίτερα εκείνης της πρωτοχριστιανικής κοινωνίας που έβλεπε την τυφλή υποταγή και την βία ως μοναδική διέξοδο προς το Θείο. Η ιστορία της Υπατίας πρέπει να διδάξει όλους μας, ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας και εθνικότητας.
Πριν ξεστομίσουμε την κλασσική ρήση του νεοέλληνα «έτσι τα βρήκα, έτσι θα πάω», σκεφτείτε! Θυμηθείτε τους διωγμούς των προγόνων μας και δείτε τον χριστιανισμό απλά ως μία ακόμη θρησκεία αυτού του πλανήτη. Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο. Αυτά, για όσους νομίζουν πως «τζιχάντ» (=ιερός πόλεμος) συμβαίνει μόνο στον καιρό μας από ακραίους ισλαμιστές!
Η Υπατία ήταν ένα πρόσωπο που χώριζε την κοινωνία σε δύο μέρη:
αυτούς που την θεωρούσαν θαύμα του φωτός…
και αυτούς που την έβλεπαν σαν απόστολο του σκότους…”
(Elbert Hunnard)