Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2013

Δίκη των Εξ: Κάθαρση σε Τραγωδία


Αφιέρωμα στη Δίκη των Εξ και στην απόπειρα αναψηλάφησής της έκανε το περιοδικό “Επίκαιρα” (εκδίδεται από τις εκδ. “Λιβάνη”) στο 6ο τεύχος, που κυκλοφόρησε στις 27 Νοεμβρίου.  Δημοσιεύτηκαν οι αντιμαχόμενες απόψεις (Ν. Βασιλάτος, “Η αφορμή της αποκατάστασης και το τέλος του διχασμού”, Ν.Ε. Παπαδάκης, “Η επανάληψη της δίκης των πρωταιτίων της Μικρασιατικής Καταστροφής”), το Εισαγωγικό Σημείωμα του αφιερώματος υπό τον τίτλο “Τα επίχειρα της μεγαλύτερης εθνικής καταστροφής” έγραψε  ο Παντ. Ζήλος. Το δικό μου κείμενο υπό τον τίτλο “Πώς φτάσαμε στην πράξη Κάθαρσης σε μια κορυφαία Τραγωδία”, που παρατίθεται στη συνέχεια, κάλυψε το ιστορικό μέρος του  αφιερώματος.
Η εικόνα που παρατίθεται είναι φωτογραφία του πρωτοσέλιδου της τουρκικής εφημερίδας Yeni Giun (Gün), που εκδόθηκε στην Πόλη την εποχή της νίκης των κεμαλικών στρατευμάτων τον Αύγουστο του 1922.  Πάνω από τα πορτραίτα των Γούναρη και Στράτου που δημοσιεύει, αναγράφεται ο τίτλος:  “ΓΟΥΝΑΡΗΣ-ΣΤΡΑΤΟΣ: ΟΙ ΣΩΤΗΡΕΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ”

Kάθε τραγωδία είναι μίξη σφαλμάτων και ατυχημάτων… Ουδέποτε το φαινόμενο αυτό απεικονίστηκε εναργέστερα απ’ ό,τι  στην ιστορία της ελληνικής αποτυχίας στον πόλεμο».
Λόιντ Τζορτζ (Βρετανός πρωθυπουργός) αναφορά στο Κ. Δ. Σβολόπουλου, «Η απόφαση για την επέκταση της ελληνικής κυριαρχίας στη Μικρά Ασία», Αθήνα, εκδ. Ίκαρος, 2009
Η σημαντικότερη ιστορική περίοδος για τη νοτιοανατολική Ευρώπη, για την Ανατολική Μεσόγειο και την Εγγύς Ανατολή υπήρξε η δεκαετία 1914-1923. Ήταν η περίοδος της ριζικής αναμόρφωσης του γεωπολιτικού, αλλά και ανθρωπολογικού χάρτη, μετά από πολλούς αιώνες σχετικής στασιμότητας και ισορροπίας. Η προνεωτερική, πολυεθνική, ισλαμική Οθωμανική Αυτοκρατορία αποχωρούσε οριστικά από το ιστορικό προσκήνιο και τη θέση της καταλάμβαναν τα νέα εθνικά κράτη. Η Αυτοκρατορία των Οθωμανών ήταν μια μεγάλη ισλαμική αυτοκρατορία που περιλάμβανε ακόμα κομμάτια της Βαλκανικής, ολόκληρη τη Μικρά Ασία και τη Μεσοποταμία, τη Βόρεια Αφρική μέχρι και τη σημερινή Αιθιοπία.
Η βασική αλλαγή στο εσωτερικό της Αυτοκρατορίας θα γίνει μετά τις μεγάλες εσωτερικές μεταρρυθμίσεις (Τανζιμάτ) του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα. Το ισλαμικό απαρντχάιντ κατά των χριστιανών και των εβραίων θα υποχωρήσει. Νέες συνθήκες σχετικής ισονομίας και ισοπολιτείας θα δημιουργηθούν. Η νέα οθωμανική αστική τάξη που θα δημιουργηθεί, θα απαρτίζεται κυρίως  από τους παλιούς ραγιάδες, τους Έλληνες, τους Αρμένιους και τους Εβραίους. Θα δημιουργηθούν έτσι δύο ανταγωνιζόμενες οθωμανικές ελίτ. Ο στρατός και οι γραφειοκράτες των μουσουλμάνων από τη μια και τα νέα αστικά στρώματα των «ραγιάδων» απ’ την άλλη, που ελάχιστη σχέση έχουν με το κράτος. Οι πρώτοι, που έχουν τον έλεγχο του κράτους και βαθμιαία ολισθαίνουν σε αυταρχικές εθνικιστικές παραδοχές που θυμίζουν τις απόψεις που θα εκφραστούν και στους κύκλους των Ναζί 20 χρόνια αργότερα.
Η μοιραία πολιτική συνθήκη που θα αποτρέψει τη δημοκρατική μετεξέλιξη της Αυτοκρατορίας σε κράτος ανοχής και δικαίου, είναι η βίαιη κατάληψη της εξουσίας από τους Τούρκους εθνικιστές, τους Νεότουρκους, το 1908.  Οι Νεότουρκοι ακυρώνοντας τις βασικές εσωτερικές συμβάσεις, επέλεξαν ανοιχτά και ξεκάθαρα από το 1911 την πολιτική φυσικής εξόντωσης των χριστιανικών κοινοτήτων. Πορεύτηκαν ασκώντας στο εσωτερικό της χώρας πολιτική Γενοκτονίας κατά των Ελλήνων, των Αρμενίων και των Ασσυροχαλδαίων. Όσον αφορά την εξωτερική τους πολιτική συμμάχησαν με το γερμανικό ιμπεριαλισμό, προσδοκώντας τη δημιουργία μιας εκτεταμένης Παντουρκιστικής Εθνικιστικής Αυτοκρατορίας που θα ξεκινούσε από της περιοχές των Ουιγούρων της Δυτικής Κίνας και θα έφτανε μέχρι την Αδριατική Θάλασσα.
Οι εκτιμήσεις για τα πληθυσμιακά μεγέθη εκείνης της εποχής ποικίλουν. Πάντως ο Θάνος Βερέμης υποστηρίζει ότι το 1914 στη Μικρά Ασία και στην Ανατολική Θράκη μαζί με την Κωνσταντινούπολη κατοικούσαν 2.450.000 Έλληνες, 8.000.000 Τούρκοι (εννοώντας το σύνολο του μουσουλμανικού πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένων Κούρδων, Λαζών, Κιρκασίων κ.ά.) και 1.500.000 Αρμένιοι, Εβραίοι και Βούλγαροι.
«Μικρά πλην Έντιμος» εναντίον Εθνικής Ολοκλήρωσης
Ο ελληνικός κόσμος την κρίσιμη αυτή διεθνή περίοδο, δεν φαίνεται να χαρακτηρίζεται από ομοφωνία και ενιαία αντίληψη των συμφερόντων. Στη Ελλάδα κυριαρχούν οι κρατικοδίαιτες ελίτ με πολιτικό εκφραστή το Παλάτι και το Λαϊκό Κόμμα. Αντιθέτως τα προοδευτικά αστικά ελληνικά στρώματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας θα επενδύσουν στο βενιζελισμό. Ο Ελ. Βενιζέλος εξέφρασε την τάση για Εθνική Ολοκλήρωση γιατί -προερχόμενος από το επαναστατικό κίνημα της «αλύτρωτης» Κρήτης- κατανοούσε καλύτερα την ιστορική στιγμή, τις μεγάλες προκλήσεις, αλλά και τους πόθους των εξωελλαδικών Ελλήνων.
Η εσωτερική πολιτική ζωή της Ελλάδας είχε μπει σε δοκιμασία με την εμφάνιση αντιδιαμετρικών στρατηγικών, που θα πάρουν τη μορφή ενός θανάσιμου  Διχασμού. Η αγγλοφιλία του Βενιζέλου και η γερμανοφιλία του Μονάρχη και του Δ. Γούναρη (ηγέτη του Κόμματος Εθνικοφρόνων και ιδρυτή  του Λαϊκού Κόμματος) θα εκφραστούν εν μέσω Α’ Παγκοσμίου Πολέμου με ακραίο τρόπο. Ο παλαιοκομματισμός της Μοναρχίας θα λάβει και αντιμικρασιατικό πρόσημο από το Νοέμβριο του 1916, όταν οι παρακρατικοί «Επίστρατοι» των Γούναρη και Μεταξά, θα εξαπολύσουν πογκρόμ κατά των Ελλήνων προσφύγων από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη, που είχαν καταφύγει στην Ελλάδα για να αποφύγουν την πολιτική Γενοκτονίας που υλοποιούσαν ήδη οι Νεότουρκοι από το 1914 κατά των χριστιανικών πληθυσμών. Δεκάδες θα είναι οι δολοφονημένοι πρόσφυγες με την κατηγορία του «βενιζελικού».
Η τελική συμπαράταξη της Ελλάδας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό των συμμάχων  θα επιτρέψει τη συμμετοχή στα μεταπολεμικά κέρδη. Προκειμένου η περιοχή της Σμύρνης να καταληφθεί από τους Ιταλούς, οι υπόλοιποι σύμμαχοι πρότειναν την κατάληψη από τους Έλληνες. Με τον τρόπο αυτό διαμορφώνονταν ένα νέο γεωπολιτικό σκηνικό στην περιοχή, με τους Έλληνες να ελέγχουν πλέον πλήρως το Αιγαίο ως κατέχοντες και τις δύο ακτές του. Παράλληλα στην Ελλάδα αποδόθηκε και η Ανατολική Θράκη, έως την Τσατάλτζα . Φαίνεται ότι την περίοδο γύρω στο Νοέμβρη του ’20 οι Βρετανοί άρχισαν συζητούν και τη πιθανότητα δημιουργίας ελληνικού κράτους στον Πόντο, όπου θα συγκεντρώνονταν οι Έλληνες της Ρωσίας που βρίσκονταν εν μέσω του σκληρού εμφύλιου πολέμου.
Η ανατροπή των δεδομένων
Με τη Συνθήκη των Σεβρών τον Αύγουστο του 1920 θα επισφραγιστούν οι ελληνικές επιτυχίες. Δείγμα όμως του κυρίαρχου ανορθολογισμού της εποχής ήταν η απόπειρα δολοφονίας του Βενιζέλου δύο μόλις ημέρες μετά τη μεγάλη επιτυχία της ελληνικής διπλωματίας. Στο σταθμό Λυών του Παρισιού δύο απότακτοι φιλομοναρχικοί αξιωματικοί θα επιχειρήσουν να δολοφονήσουν τον Βενιζέλο. Του προκάλεσαν επιπόλαια τραύματα, όμως, όπως φαίνεται, άνοιξαν το δρόμο για τις μοιραίες εκλογές του Νοεμβρίου του 1920. Μια από τις εκτιμήσεις για τους λόγους που ο Βενιζέλος αποφάσισε τη διενέργεια εκλογών, αγνοώντας τις απόψεις των συμβούλων του, ήταν η ψυχική κατάρρευση που του επέφερε η δολοφονική επίθεση και η πρόθεσή του να επιβεβαιωθεί η πολιτική του και η συμβολή του από τους ψηφοφόρους της Ελλάδας.
Στις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου του 1920 θα υπερψηφιστεί ο αντιπολεμικός φιλομοναρχικός συνδυασμός υπό τον Δ. Γούναρη, ο οποίος πολιτεύτηκε με συνθήματα «Μικρά πλην Έντιμος Ελλάς» και «Οίκαδε», υποσχόμενος αποχώρηση της Ελλάδας από τη Μικρά Ασία.
Η πρώτη πράξη της νέας κυβέρνησης ήταν η εν γνώσει της καταστροφή των λεπτών ενδοσυμμαχικών ισορροπιών με την επαναφορά του γερμανόφιλου Βασιλιά Κωνσταντίνου. Ο Κωσταντίνος υπήρξε το κόκκινο πανί για τους συμμάχους. Θεωρούσαν ότι με τη φιλογερμανική του πολιτική την περίοδο   1914-1916 οδήγησε στις συντριπτικές ήττες των συμμάχων στο νοτιοανατολικό Μέτωπο με αποκορύφωμα τη  συντριβή τους στην Καλλίπολη.
Τα αποτελέσματα της πολιτικής τους ήταν άμεσα. Οι Ιταλοί και οι Γάλλοι απεμπολούν τις συμμαχικές τους υποχρεώσεις και αναζητούν ως συνομιλητή το περιθωριακό και αδύναμο έως τότε εθνικιστικό τουρκικό κίνημα του  Μουσταφά Κεμάλ. Οι συμμαχικές πιστώσεις παύουν. Παράλληλα στο Μέτωπο εκδιώκονται οι εμπειροπόλεμοι αξιωματικοί ως βενιζελικοί και αντικαθίστανται από απειροπόλεμους βασιλικούς. Ουσιαστικά διαλύουν το αξιόμαχο του ελληνικού στρατού, όχι μόνο με τις αποτάξεις και τις διώξεις αλλά και με την παράλογη συνέχιση των επιχειρήσεων στα βάθη της Μικράς Ασίας. Στην απόφαση του Επαναστατικού Δικαστηρίου για τους Εξ διαβάζουμε: «Αφού εστέρησαν το στράτευμα ικανών και δεδοκιμασμένων αρχηγών μονάδων και άλλων αξιωματικών και ωδήγησαν αυτό από αποτυχίαν εις αποτυχίαν κατά τας διαφόρους επιχειρήσεις, επήλθε τελικώς η μάχη του Σαγγαρίου, καθ’ ην πλέον κατεδείχθη το αδύνατον της επιβολης της Συνθήκης εις τον εχθρόν δια των όπλων.»
Οι νέοι μοναρχικοί κυβερνήτες της Ελλάδας έθεσαν τα συμφέροντα του θρόνου πάνω απ΄ τα συμφέροντα του ελληνικού λαού και της πατρίδας. Στη συνέχεια προσπάθησαν να  γίνουν πιο φιλοβρετανοί και από τους Βρετανούς και να επιδείξουν μια δουλική στάση προς αυτούς. Μάταιη όπως φάνηκε ήταν η εκδήλωση του αγγλόδουλου πνεύματος απ’ τους παλιούς γερμανόφιλους. Οι Βρετανοί, δια του φιλέλληνα πρωθυπουργού τους Λόιντ Τζορτζ, τον Ιανουάριο του ’22, έθεσαν τον  Γούναρη ενώπιον των ευθυνών του. Του ζήτησε ανοιχτά να αποπέμψει τον Κωσταντίνο για να επανέλθει σε κάποιο βαθμό η συμμαχική υποστήριξη. Όπως είπε ο ίδιος ο Λόιντ Τζορτζ στον Πατριάρχη Μελέτιο λίγο αργότερα: «Ο Βασιλεύς Κωσταντίνος εξεμηδένισε  όλας τα συμπαθείας, τας οποίας είχε η Ελλάς… Ύστερα από την Άλωσιν της Κωσταντινουπόλεως υπό των Τούρκων, η πτώσις του Βενιζέλου και η επάνοδος του Κωσταντίνου εις τον θρόνον είναι το καταστρεπτικότερον γεγονός δια τον ελληνισμόν…»
Η ήττα και η Δίκη των ενόχων
Ο Γούναρης και οι συν αυτώ απέκρυψαν από τον ελληνικό λαό τις επισημάνσεις του Βρετανού πρωθυπουργού. Για να διατηρήσουν τον Κωσταντίνο στον θρόνο απαγόρευσαν κάθε διαμαρτυρία στο εσωτερικό και άσκησαν τρομοκρατική πολιτική κατά των αντιπάλων τους με αποτέλεσμα τη δολοφονία του δημοσιογράφου Ανδρέα Καβαφάκη. Ο Γούναρης ζητούσε ανοιχτά πλέον τη δημιουργία φιλομοναρχικών παρακρατικών ομάδων υπό την επωνυμία «Κυβερνητικοί Φασίστες», εμπνεόμενος από τους Μελανοχίτωνες του Μουσολίνι. Την ίδια στιγμή οι σκέψεις για την αποχώρηση από τη Μικρά Ασία φαίνεται να κυριαρχούν στο κυβερνητικό επιτελείο.
Αντιλαμβανόμενη τις αρνητικές εξελίξεις, η κορυφαία οργάνωση των Μικρασιατών υπό την επωνυμία  «Μικρασιατική Άμυνα» ζητά την αλλαγή πολιτικής με την ανακήρυξη ξεχωριστού Ιωνικού Κράτους και τη δημιουργία  Μικρασιατικού Στρατού. Ο στρατηγος Παπούλας υπολόγιζε ότι ο στρατός αυτός θα ανέλθει σε 80.000 άνδρες. Παρότι οι σύμμαχοι στη Διάσκεψη των Παρισίων του Μαρτίου του ’22, ζητούν απ’ την Ελλάδα να συνθηκολογήσει με τον Κεμάλ και να εγκαταλείψει τη Μικρά Ασία, οι κυβερνήτες της Ελλάδας αποφασίζουν την απόρριψη των μικρασιατικών αιτημάτων και τον μη εξοπλισμό του ελληνικού πληθυσμού. Επί πλέον με το νόμο 2670/1922,  που εξέδωσαν τον Ιούλιο με τις υπογραφές των Κωνσταντίνου, Γούναρη και Ρούφου, απαγόρευσαν την έξοδο από τη Μικρά Ασία των Ελλήνων και των Αρμενίων.
Αποκορύφωμα της πολιτικής αυτής που παρέδιδε τον αφοπλισμένο χριστιανικό πληθυσμό της Ιωνίας στα εθνικιστικά τουρκικά στρατεύματα, υπήρξε η  εντολή προς τον Αρμοστή Σμύρνης Στεργιάδη να απαγορεύσει την έξοδο των πληθυσμών μετά τη νίκη των Τούρκων τον Αύγουστο του ’22. Το μόνο που απασχολούσε την κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη ήταν να μη δημιουργηθεί «προσφυγικό πρόβλημα» στην Ελλάδα.
Πράξη απελπισίας, αλλά και υπονόμευση του Μικρασιατικού Μετώπου υπήρξε η μεταφορά 30.000 περίπου στρατιωτών στο θρακικό μέτωπο με στόχο την ανέφικτη κατάληψη της Κωνσταντινούπολης παρά και ενάντια στη θέληση των συμμάχων. Έτσι, ο Χατζηανέστης και η κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη, κατάφεραν να αποδυναμώσουν αναιτίως το Μέτωπο. Η πολιτική τους οδήγησε στη συντριπτική ήττα.
Τα όσα ακολούθησαν ήταν εν ολίγοις νομοτέλεια και μια ελάχιστη πράξη Κάθαρσης απέναντι στη μεγάλη ιστορική Ύβριν που είχαν διαπράξει οι καταδικασθέντες. Η  προσφυγοποίηση δεκάδων χιλιάδων εξαθλιωμένων προσφύγων από τη Μικρά Ασία, θυμάτων της πολιτικής που είχε ακολουθηθεί, η Επανάσταση του Πλαστήρα, η συγκρότηση Επαναστατικού Δικαστηρίου που καταδίκασε τους πρωταίτιους της πρωτοφανούς Καταστροφής, ήταν τα αποτελέσματα της πολιτικής που είχαν ακολουθήσει όλες οι μετανοεμβριανές κυβερνήσεις.
Διαβάζοντας σήμερα προσεκτικά τα πρακτικά της Δίκης των Εξ, καθώς και την αιτιολογία του Επαναστατικού Δικαστηρίου που τους καταδίκασε, εύκολα μπορούμε να ισχυριστούμε ότι πολλές από τις πράξεις που διαπράχθηκαν κατά του μικρασιατικού ελληνισμού ήταν με απόλυτη επίγνωση του τραγικού αποτελέσματος.